Εμβρυακές μπασκετικές μνήμες
Δημοσιεύτηκε το 2013 με αφορμή την εκδήλωση του Άρη για το Νίκο Γκάλη ((7/5/2013)
Ποτέ στη ζωή μου δεν έθρεψα κάποια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον ομολογουμένως αποδεκτό από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, Νότη Σφακιανάκη. Μήτε για τα τραγούδια του μήτε για τις κατά καιρούς δημόσιες σκέψεις του που ώρες - ώρες παραπέμπουν σε ντοκιμαντέρ για ΑΤΙΑ(UFO). Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω ότι η δήλωση που είχε κάνει σε σχέση με τις μνήμες που του έρχονται σχεδόν από την κοιλιά της μάνας του με έκανε να ανατριχιάσω. Τη στιγμή που διάβαζα το κείμενο ένας ρίγος άρχισε να διαπερνά όλο μου το σώμα. Σαν από θαύμα, οι μνήμες από την περίοδο που βρισκόμουν στην κοιλιά της δικής μου μάνας ξεκίνησαν αυτόματα να ανακαλούνται. Δεν θυμάμαι να διέκρινα τον πλακούντα ούτε ένιωθα πάνω μου την αίσθηση του αμνιακού υγρού. Ναι αυτός ήταν! Σε διακεκομμένες στιγμές που ενώνονταν, σαν βυζαντινό ψηφιδωτό, μπορούσα να σχηματίσω τη μορφή του Νίκου Γκάλη…
Με αφορμή τη φαντασμαγορική εκδήλωση του Άρη για τον κορυφαίο Έλληνα καλαθοσφαιριστή την περασμένη Τρίτη, μέρος της Ελλάδας έζησε ύστερα από μια εικοσαετία συναισθήματα από εκείνες τις μαγικές "κιτρινόμαυρες" Πέμπτες. Το ελληνικό χρυσό του 1987 στο ΣΕΦ ξαναζωντάνεψε (σκεφτείτε να το είχε δείξει και ελεύθερο κανάλι). Άπαντες, αρθογράφοι και μη, κατέθεσαν τη δική τους άποψη πριν και μετά την σπουδαία γιορτή στο Αλεξάνδρειο –NickGalisHallονομάστηκε η σάλα- συνδέοντας το τότε και το τώρα, επιχειρώντας ένα rewindή καλύτερα ένα όμορφο σε βιώματα ταξίδι με τη μπασκετική μηχανή του χρόνου.
Θέση στο τόξο των αναμνήσεων έχουμε όμως κι εμείς. Ποιοι εμείς; Τα παιδιά που μεγαλώσαμε νομίζοντας πως είναι πραγματικός Θεός αλλά δεν (Τ)τον είδαμε ποτέ να μετατρέπει την πορτοκαλί μπάλα σε νέκταρ νίκης. Που έχουμε ακούσει τόσες διηγήσεις για τα κατορθώματά του με την τελευταία απογοητευτική φράση να είναι συνήθως "Τέτοιος παίκτης δεν ξαναβγαίνει". Που ακούγαμε το "Τhe eye of the tiger» ή το "Final Countdown" και δακρύζαμε χωρίς να ξέρουμε το γιατί (ο Νότης μάλλον που λέγαμε…). Που βλέπουμε κάθε βράδυ μετά τη δουλειά ένα βίντεο με καλάθια του στο You Tube -όχι σαν την… παλιοσειρά τον Μέσι που δεν έχει δει ποτέ του τον Πελέ- χωρίς να κοιτάμε έξω από το παράθυρο και σβηστεί η ψευδαίσθηση της ημερομηνίας. Που παίζαμε και βλέπαμε μπάσκετ από μικροί σαν κάτι φυσιολογικό, όπως η αγαστή σχέση των παιδιών με την τεχνολογία στο σήμερα. Επίσης εμείς που όταν ακούγαμε για τις ουρές στα περιβόητα σκαλάκια στο Παλέ είδαμε -όταν φτάσαμε- μόνο ανιαρό τσιμέντο και τα εισιτήρια πολλά να περιμένουν, το ίδιο και με τον καπνό στην οροφή από τους θεριακλήδες φιλάθλους. Πεντακάθαρα ήσαν τα λάβαρα! Εντούτοις, παρασύρθηκα και κακώς χρησιμοποιώ τόση ώρα α΄ πληθυντικό… Ξέχασα τον Νότη…
Γεννημένος στο Βελεστίνο το σωτήριον μπασκετικό έτος 1987, μπορώ να θυμηθώ ολοκάθαρα, ακόμα και μέσα από την κοιλιά της μάνας μου, τον πατέρα να επιστρέφει από το Παλέ ένα βράδυ Πέμπτης, να βγάζει σιγά - σιγά τα παπούτσια του και να παίρνει θέση δίπλα μας στο κρεβάτι για να μην μας ανησυχήσει. Θυμάμαι τη θρυλική γιαγιά του χωριού που έπειτα από κάθε αγώνα μιλούσε μαζί με τον πατέρα στο φαρμακείο για τις λάθος επιλογές στις τελευταίες επιθέσεις. "Αχ αυτός ο Φιλίππου, γιατί έκανε αυτός το σουτ;".
Η αλήθεια είναι ότι πήρα την πρώτη μου πραγματική λαχτάρα όντας σχεδόν δύο μηνών. Ενώ είχε μαζευτεί σύσσωμο το σόι και έβλεπε τον ημιτελικό με την Γιουγκοσλαβία στη σοφίτα, ξάφνου τα χιόνια έκαναν την εμφάνισή τους στην οθόνη της τηλεόρασης. Ο θείος μου άρχισε να χτυπάει με μένος το κουτί μπας και ξαναστρώσει, ο μεγάλος μου αδερφός, γύρω στα εφτά και προληπτικός από τότε, έλεγε στον τρίχρονο αδερφό μας που συνεχώς στριφογυρνούσε να μην αλλάξει θέση προκειμένου να μη χαλάσει το γούρι. Αφού, παρόλο που έκλαιγα, ήμουν ο μόνο που κατάλαβα πως επέστρεψε ξανά η εικόνα και σταμάτησα να οδύρομαι μπας και το καταλάβουν κι αυτοί μέσα στην αναμπουμπούλα. Δυστυχώς δυο μέρες μετά κοιμόμουν. Όταν ξύπνησα όλοι είχανε ένα αναίτιο χαμόγελο στα χείλη τους. Όλοι εκτός από τον πατέρα μου που αναγκάστηκε να πάει μέχρι τον Πλαταμώνα για να μαζέψει την τραυματισμένη θεία μου. Όταν άκουσε ο οδηγός ότι ο Γιοβάισα αστόχησε του έφυγε… λίγο το τιμόνι και το λεωφορείο μπήκε στα χωράφια! Και ύστερα ήρθε το περπάτημα και τα αυτοκινητάκια, ή μάλλον τα φάιναλ φορ, η χαρά, η προσμονή και στη συνέχεια η απογοήτευση επί τρία. Τα πρωταθλήματα βέβαια και τα κύπελλα, παρέμεναν σε κίτρινο φόντο. Ήταν κι αυτό το "ασημένιο χρυσό" το ’89. Το κουβάρι των ασυνήθιστων αναμνήσεων σταμάτησαν να αποθηκεύονται όταν αντικαταστάθηκαν από τις επιτρεπτά επιστημονικές μνήμες. Σαν κάθε περίεργη ιστορία όμως, τη ζωή μου έμελλε να σημαδεύουν για πάντα εκείνες οι ασυνήθιστες θύμησες, τις οποίες συνάντησα και πάλι το βράδυ της Τρίτης…
Μία παιδική ταινία με τον Μακόλεϊ Κάλκιν, ο πρώτος σημαντικός θάνατος της γιαγιάς μου και προχθές. Αυτές είναι οι στιγμές που έχω κλάψει στη ζωή μου και ευτυχώς δεν έκανα αναμετάδοση στο ραδιόφωνο γιατί τα ζουμιά δεν θέλουν λόγια. Ρωτήστε και τις υπόλοιπες χιλιάδες κόσμου. Άλλωστε και ο Γκάλης το είπε και το έκανε: "Δεν μπόρεσα να κρατηθώ, έφυγαν τα δάκρυα".
Για τη γενιά που δεν γνώρισε Γκάλη λοιπόν, για εμάς τα τρία αδέρφια από την επαρχία που ανεβήκαμε, για όλο τον κόσμο που πλημμύρισε το Αλεξάνδρειο, για τα παιδάκια, αγόρια και κορίτσια, που φορούσαν τις μπλούζες με τη θρυλική μορφή του "γκάνγκστερ", για τους κυρίους και κυρίες, οικογενειάρχες που τότε θα ήταν πάνω στη νιότη τους, για τους υπερήλικες που έκαναν το χρέος τους και τον ξαναείδανε πριν αποχαιρετίσουν τη ζωή, για όλους όσους τον απήλαυσαν από την τηλεόραση, για όσους τον θαύμασαν να στριφογυρνά ξανά τη μπάλα από τον ουρανό, τον πραγματικό όχι εκεί που κρεμάστηκε το Νο 6, και φώναξαν "Τι την έκανε τη μπάλα ο Θεός". Όλοι μας φτάσαμε ύστερα από 20 χρόνια οδυνηρού περπατήματος και αναμονής, άλλοι πρακτικά και άλλοι νοητά στη δική μας Μέκκα. Προσδιορίσαμε πιο συνειδητά τη σχέση μας με τη θρησκεία και αντικρίσαμε τον δικό μας Θεό, κι ας μην έκανε τη χάρη να σουτάρει. Τουλάχιστον ακούσαμε από τη φιλαρμονική τον ύμνο που τραγουδούσε ο θρυλικός Μπαρού. Όχι μόνο εμείς, και ο Γιαννάκης και τα άλλα παιδιά, οι θρύλοι που βρέθηκαν στην Θεσσαλονίκη για να τον τιμήσουν, η γυναίκα του και η κορούλα του. Κι αυτός, σαν γίγας αετός που σιγοντάριζαν οι φίλαθλοι, αλλά και ο Σφακιανάκης κάποτε για άλλον αετό, έστεκε στο κέντρο, ο μεγάλος Νικ. Αν μας έκανε τη χάρη και ο Σκουντής να αφήσει το δάκρυ του να κυλήσει θα είχε notisει μια και καλή το παρκέ με τη ψυχή του… Δεν θα χρειαζόταν το όνομα(τι λέει για αυτό η ουσιαστικά απούσα Ομοσπονδία;).
Σίγουρα δεν είναι μόνο για τον Νικ η μεγαλύτερη και τελευταία στιγμή. Κι εμείς λατρευτέ μας Νίκο, θεωρούμε ότι ίσως εκπληρώσαμε πλέον το στόχο της ζωής μας. Ολοκληρώσαμε μια για πάντα την αναζήτηση που προκάλεσαν οι εμβρυακές μπασκετικές μας, δικές σου μνήμες…