ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ καιρός

ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ

Αναμνήσεις ενός Ανθυπολοχαγού από τον Πόλεμο

Αναμνήσεις του Βελεστινιώτη, Παναγιώτη Δημ. Παπαγεωργίου, συμβολαιογράφου, μέσα από το γραπτό λόγο του γιου του Σταύρου
Αναμνήσεις ενός Ανθυπολοχαγού από τον Πόλεμο

Πόλεμος του 1940-1941

Ο πόλεμος τον βρήκε να υπηρετεί τον τελευταίο μήνα τη θητεία του ως Έφεδρος Αξιωματικός. Αμέσως εστάλη στην πρώτη γραμμή σαν Υποδιοικητής Λόχου.

Τραυματίζεται θανάσιμα ο διοικητής του και αναλαμβάνει τη διοίκηση του Λόχου. Κοιμούνται σε σκηνές με χιόνια στα βουνά της Αλβανίας. Γενάρης μήνας. Κρυοπαγήματα και ψείρα "στο φούλ".

Κάποια μέρα έρχεται ο διορισμένος από το Στρατηγείο Διοικητής με βαθμό Ταγματάρχου. Ο νέος Διοικητής διατάσσει τον πατέρα μου να σχηματίσει μία ομάδα από πέντε άτομα για να κάνουν αναγνώριση. Ήταν τρεις και μισή το απόγευμα και σε περίπου μία ώρα θα νύχτωνε...

"Κ. Διοικητά, να, εκεί επάνω είναι οι Ιταλοί. Γνωρίζουμε με τις συντεταγμένες που είναι όπως γνωρίζουν και αυτοί τις θέσεις μας", του είπε ο πατέρας μου.

"Φοβάσαι κ. Ανθυπολογαγέ;", του αποκρίθηκε αυτός.

Προχωρώντας η ομάδα, ο πατέρας μου βάδιζε τελευταίος γιατί είχε ήδη 2,5 μήνες στον πόλεμο και ήξερε Ακριβώς τον μεγάλο κίνδυνο που διέτρεχαν και το τι επρόκειτο να συμβεί. Μπροστά ο Ταγματάρχης με τα κυάλια.

Λέγει ένας στρατιώτης στον πατέρα μου: "Τρελός είναι, θα μας φάει όλους, θα το φάει το κεφάλι του".

Εκείνη τη στιγμή που ακούγεται η φωνή του διοικητή, "κ. Ανθυπολοχαγέ να έλθεις μπροστά και πίσω από μένα όχι τελευταίος", αντιλαλεί η ριπή του ιταλικού πολυβόλου που γάζωσε τον ταγματάρχη στο στήθος. Γονατίζει και άρχισε να λέει "με φάγανε οι .......Ιταλοί", βλαστημώντας.

Αστραπιαίως ο πατέρας μου δίνει εντολή να καλυφθούν γιατί είναι εκτεθειμένοι στα εχθρικά πυρά. Πρόλαβαν και καλύφθηκαν δύο στρατιώτες. Ο πατέρας μου σαν Αξιωματικός φρόντιζε τους στρατιώτες του και τους έδειχνε τα σημεία για να καλυφθούν.

Εκείνη τη στιγμή εξαπολύεται από τους Ιταλούς ένας όλμος. Σκοτώνονται αμέσως δύο στρατιώτες και μετά από μισή ώρα ξεψύχησε και ο τρίτος. Βαριά τραυματισμένοι ο πατέρας μου και οι υπόλοιποι δύο στρατιώτες γυρίζουν την πλάτη στο χιόνι ώστε να συγκρατήσουν τη ροή του αίματος. Μόλις νύχτωσε ήλθαν οι τραυματιοφορείς και τους πήραν.

Η απόφαση του Ταγματάρχη ήταν σκέτη αυτοκτονία. Πήρε στο λαιμό του τους τρείς στρατιώτες. Ποτέ Αξιωματικός δεν κάνει αναγνώριση. Πάντα δίνει εντολές γιατί είναι πολύτιμος για το στρατό επειδή γνωρίζει την τακτική πολέμου.

Στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων τον χειρούργησαν, έβγαλαν τα πιο επικίνδυνα βλήματα και μετά από ένα μήνα ανάρρωσης του χορήγησαν ένα μήνα άδεια. Δεν την πήρε και πήγε πάλι στη πρώτη γραμμή. «Δεν αφήνω εγώ τους άντρες μου να τους φάνε οι Ιταλοί», είπε.

Το χειμώνα του έκανα εντριβές στην πλάτη και στα πόδια βλέποντας τα μικρά βλήματα που του είχαν αφήσει οι γιατροί στο Νοσοκομείο γιατί δεν προλάβαιναν. Οι τραυματισμένοι κατέφθαναν καθημερινώς. Στόν πόλεμο αυτό η Ελλάδα είχε 12.000 νεκρούς Αξιωματικούς και οπλίτες. Μετά τη λήξη του πολέμου όλοι οι τραυματίες έλαβαν σύνταξη αλλά ο πατέρας μου δεν υπέβαλε αίτηση για να λάβει σύνταξη.

Είπε, "για την πατρίδα δίνω το αίμα μου αλλά αυτή τώρα υποφέρει". Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δεν μπορούσε να περπατήσει παρά μόνο μέσα στο σπίτι ατενίζοντας τα παράσημά του από τον πόλεμο. Αυτοί είναι άντρες, που πολέμησαν για την πατρίδα.

Να εύχεσθε.