ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ καιρός

Ε-ΦΟΙΒΟΣ

Ο κόκκινος δράκος πετούσε φωτιές

Βράδυ Απριλίου σε μία βροχερή Βαρκελώνη...

Οι δύο μινιατούρες βότκας στο ψυγειάκι του ξενοδοχείου είχαν γίνει παρελθόν. Red Dragon, αυτό διάβασε στην επιγραφή το απόγευμα που γυρνούσε. Ήταν ακριβώς από κάτω. "Τι στο διάολο, εδώ τα μπαρ δεν μένουν ανοιχτά μέχρι αργά;», αναρωτήθηκε.

Τον περασμένο χειμώνα βρέθηκε στη Γένοβα για λίγες μέρες κι αυτό του έδωσε τη δυνατότητα να συνεννοείται ακόμα και σε ισπανικό έδαφος. Προφανώς , το λεξιλόγιο δεν θα του επέτρεπε να αναμειχθεί σε συζήτηση εξωτερικής πολιτικής αλλά μία γαμημένη βότκα με χυμό πορτοκάλι, θα μπορούσε να την εξηγήσει στον μπάρμαν με το περίεργο -ιδιαίτερα για προ-χιπστερική περίοδο- μούσι.

Το ποτό ήρθε σε σωλήνα, με πάγο. Καθαρό σαν οινόπνευμα. Δίπλα του μια ένα πλαστικό μπουκάλι πορτοκαλάδα. Ας είναι…

Σαν παλιά αποθήκη της Θεσσαλονίκης που με την πάροδο του χρόνου έγινε μπαρ, ο Κόκκινος Δράκος ήταν μακρόστενος. Η πλειονότητα των θαμώνων εκείνο το βράδυ, όσο ήταν ικανός φυσιογνωμικά να διακρίνει, φοιτητές. Την ήπιε σκέτη. Παράγγειλε ακόμα μία. Του έφερε κι ένα μπολάκι με ποπ κορν. «Τι εβδομάδα κι αυτή Θεέ μου», σχολίασε μέσα του φέρνοντας στις σκέψεις του την κοπέλα στην Plaza Catalunya. Για την ακρίβεια το χαμόγελό της καθώς ο κόσμος είχε μαζευτεί γύρω από μια υπαίθρια μπάντα ακούγοντας το "Chan Chan". Στη συνέχεια ξανάδε μπροστά του τον Ροναλντίνιο να εκτελεί ένα φάουλ, φώναξε στον Φαν Μπρόνκχορστ, την έδωσε στον Ετό. Φοβήθηκε όταν έσυρε μπροστά του ξανά το γύφτο με τον οποίο πόνταρε συναιτεριστικά στη ρουλέτα. Εκεινος τα ευρω, ο γυφτος τα νουμερα. Μισά-μισά. Από την τσέπη του δερμάτινου παντελονιού προεξείχε μια χρυσή μεταλλική επιφάνεια. Ευτυχώς τον συνέφερε ο φίλος του. Τα έργα του Πικάσο, του Νταλί, ο τρομακτικος τροχος οδοντιάτρου στο μουσείο μοντερνας τέχνης, ο συναγερμός που θέλησε να χτυπήσει για πλάκα στη Σχολή Γεωλογίας και το κυνηγητό με τα σεκιούριτι στις τουαλέτες. Οι απαραίτητες εξηγήσεις δόθηκαν. Τα παραμυθένια κτίρια του Γκαουντί. Μα, είχε ακόμα μέρος της υποτροφίας να χαλάσει. Δεν επρόκειτο να φύγει από εκεί με γεμάτες τσέπες.

Προσπάθησε να σκεφτεί όλα όσα θα ερχόταν. Δεν τα πίστευε. Ακόμα μία. Τα τριαντάφυλλα από το πείραμα που χρωστούσε γέμιζαν με έντονη μυρωδιά τον χωρο. Σήκωσε το κεφάλι. Του χαμογελούσε από το απέναντι σκαμπό. Ήταν η ίδια κοπελα με το τραγουδι. Θα έπρεπε να υπάρχει μια κοινή παγκόσμια γλώσσα. Δεν μπορούσε να εκφράσει αυτό που θεωρούσε πως έβλεπε. Ό,τι πιο όμορφο τον είχε πλησιάσει ποτέ. Ο τύπος που σέρβιρε της έδωσε δύο μπύρες με τεκίλα. Τα ποτά της ήταν σε αντιδιαστολή με την ίδια. Κάθισε με μία φίλη κάτω από τον στόχο. Τσούγκρισαν τα μπουκάλια. "Για αυτό δεν μου αρέσουν τα βελάκια", μονολόγησε. Ζήτησε ένα τσιγάρο από τον μπάρμαν. Εκείνος του έδειξε το μηχάνημα στο βάθος, δίπλα στην πόρτα. Τα κέρματα του πρόσφεραν ένα Marlboro, σκληρό ή μαλακό, ποτέ δεν τα ξεχώρισε. Άλλωστε, δεν κάπνιζε. Ζήτησε φωτιά και ακόμα μια βότκα. Του έδωσε και τα δύο. Ρούφηξε μια γουλιά, η πίσσα και η νικοτίνη δεν τον ενοχλούσαν, ως συνήθως. Του χαμογέλασε ξανά. Δεν είχε σταματήσει να τον κοιτάζει. Της ανταπέδωσε. Σηκώθηκε όρθιος, φόρεσε το παλτό του και βγήκε έξω στον κόσμο. Ο Κόκκινος Δράκος πετούσε φωτιές. Κι αυτός δεν ήταν ποτέ του διατεθειμένος να σώσει την πριγκίπισσα.

Του Φοίβου Παπαγεωργίου

Πιο διαβασμένα

Ηλιοβασιλέματα

Ηλιοβασιλέματα